Αν και η ταχύτητα εκτέλεσης των ασκήσεων μυϊκής ενδυνάμωσης αποτελεί σημαντικό παράγοντα του γενικότερου προγράμματος άσκησης, η επίδρασή της πάνω στην ενεργοποίηση των κοιλιακών μυών κατά την εκτέλεση των ομώνυμων ασκήσεων σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία είναι σχετικώς ασαφής ακόμη. Οι περισσότερες σχετικές έρευνες των τελευταίων χρόνων συγκλίνουν στην συντριπτική πλειοψηφία τους πως η ενεργοποίηση των μυών αυξάνεται όσο αυξάνεται και η ταχύτητα εκτέλεσης της εκάστοτε άσκησης. Συγκεκριμένα η αύξηση της ταχύτητας οδηγεί σε αύξηση της ενεργοποίησης σε ποσοστά 25–30 % στον ορθό κοιλιακό, στον έσω και έξω λοξό αλλά και στον εγκάρσιο κοιλιακό (εν τω βάθει μυς, μη επιφανειακός).
Η ταχύτητα αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την μεγαλύτερη ενεργοποίηση των εμπλεκόμενων μυϊκών ομάδων κατά την εκτέλεση των ασκήσεων των κοιλιακών παρόλα αυτά πρέπει να επιλέγεται από τον γυμναστή με βάση τον προπονητικό στόχο κάθε φορά. Για άτομα με πιο αδύναμους κοιλιακούς μύες και προβλήματα μέσης, θα ήταν καλύτερη η υιοθέτηση μιας πιο μέτριας ταχύτητας άσκησης ή ακόμη και μηδενικής ταχύτητας (ισομετρικής σύσπασης δηλαδή των κοιλιακών μυών) για την αποφυγή της φόρτισης των σπονδύλων της οσφυϊκής μοίρας μέσω μιας δυνατής σύσπασης των κοιλιακών μυών. Από την άλλη όμως η μεγαλύτερη ταχύτητα εκτέλεσης προσδίδει καλύτερο κινητικό έλεγχο στις ασκήσεις κορμού με αποτέλεσμα την ανάπτυξη μεγαλύτερης μυϊκής ισχύος και σταθερότητα στη σπονδυλική στήλη, χαρακτηριστικά που επιζητούν συνήθως οι πιο προχωρημένοι ασκούμενοι και οι αθλητές. Άρα ο προπονητικός στόχος είναι αυτός που σε κάθε περίπτωση θα καθορίσει την επιλογή της ταχύτητας εκτέλεσης των ασκήσεων των κοιλιακών.
Συνοψίζοντας αντιλαμβανόμαστε πως η αύξηση της ταχύτητας (όταν αυτό βέβαια είναι προπονητικά ορθό) έχει ως αποτέλεσμα την μεγαλύτερη ταυτόχρονη ενεργοποίηση των κοιλιακών μυών σε σύγκριση με την ίδια άσκηση σε πιο αργή ταχύτητα.
Έφη Σπυροπούλου
Functional/ Pilates Trainer
ALTERLIFE Boutique Πεύκη